- λαγκρανζιανή
- Χαρακτηριστική συνάρτηση L (qi, qi, t) ενός μηχανικού συστήματος που εκφράζεται μέσω των γενικευμένων συντεταγμένων qi2 των γενικευμένων ταχυτήτων qi και του χρόνου t. Αν είναι γνωστή η λ. ενός μηχανικού συστήματος τότε μπορούν να βρεθούν οι διαφορικές εξισώσεις του, εφόσον χρησιμοποιηθεί η αρχή της ελάχιστης δράσης. Η λ. ονομάζεται επίσης συνάρτηση Λαγκράνζ ή κινητικό δυναμικό.
Dictionary of Greek. 2013.